Ἀναίας

Ἀναίας
Ἀναίᾱς , Ἀναίη
fem acc pl (doric)
Ἀναίᾱς , Ἀναίη
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ολβιανός — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Αναίας ή Ανέου. Μαρτύρησε επί Μαξιμιανού (286 305) στη φωτιά, μαζί με τους μαθητές του. Η μνήμη του τιμάται στις 29 Μαΐου. 2. Δεν υπάρχουν βιογραφικά στοιχεία. Η μνήμη του τιμάται στις 25… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”